8 Σεπ 2014

Η σταφίδα ο «μαύρος χρυσός» της Ζακύνθου και η ιστορία της

Στο νησί της Ζακύνθου, σε μεγάλες εκτάσεις, καλλιεργείται η μαύρη σταφίδα.
Πρόκειται για ένα προϊόν που αποτελεί μια από τις κυριότερες πηγές εσόδων για τους τοπικούς γεωργούς εδώ και μερικούς αιώνες μετά ήρθε ο τουρισμός.


Δεδομένου ότι η παραγωγή της πραγματοποιείται μόνο κατά τη διάρκεια των θερινών μηνών, οι μέθοδοι προετοιμασίας της αποδεικνύουν την ελληνική ευρηματικότητα όσον αφορά τη διατήρηση ενός προϊόντος σε ξηρά μορφή.

Οι Ζακυνθινοί αμπελώνες παράγουν τη Μαύρη ποικιλία σταφίδας, γεγονός που σε συνδυασμό με την ποιότητά της, έχει δημιουργήσει ένα από τα ανταγωνιστικότερα ελληνικά προϊόντα. Η ποιότητα της γεύσης της και το λεπτό άρωμά της είναι τα πιο κύρια χαρακτηριστικά της.

Ιστορικές πηγές αναφέρουν πως η σταφίδα πρώτο καλλιεργήθηκε στη Ζάκυνθο τον 16ο αιώνα σε ευρεία κλίμακα, παρ όλα αυτά ιστορικά κείμενα από την αρχαιότητα αναφέρουν ότι τα σταφύλια αποξηραίνονταν στον ήλιο για τη δημιουργία σταφίδας από το 1490 π.Χ. αλλά αρκετά χρόνια πέρασαν προτού καθοριστεί ποια ποικιλία σταφυλιών θα έκανε την καλύτερη σταφίδα.

 Οι Φοίνικες και οι Αρμένιοι εμπορεύθηκαν τις σταφίδες με τους Έλληνες και τους Ρωμαίου, και έκτοτε το συγκεκριμένο φρούτο κέρδισε την προτίμησή τους.

Οι αρχαίοι Έλληνες και οι Ρωμαίοι διακοσμούσαν τους χώρους λατρείας τους με σταφίδες και τις έδιναν ως έπαθλο στους νικητές αθλητικών διαγωνισμών.
Μάλιστα  Ρωμαίοι θεραπευτές πρότειναν τις σταφίδες ως θεραπεία για τα πάντα, από την τροφική δηλητηρίαση μέχρι και τα γεράματα.

Με την αύξηση της ζήτησης ήρθε και η αύξηση της τιμής. Στην αρχαία Ρώμη δύο βάζα με σταφίδες ανταλλάσσονταν με ένα σκλάβο.

Οι σταφίδες έγιναν επίσης δημοφιλείς μεταξύ των διάσημων πολεμιστών της εποχής. Ο αυτοκράτορας Αύγουστος σε γιορτές που έκανε πρόσφερε στους καλεσμένους του μικρά πουλιά ψητά, γεμιστά με σταφίδες, ενώ ο Αννίβας έδινε στα στρατεύματά του να φάνε σταφίδες ενώ διέσχιζαν τις Άλπεις.

Μεταξύ του 120 και του 900 π.Χ., στην Ελλάδα αναπτύχθηκαν πρακτικοί τρόποι για να αυξηθούν τα σταφύλια που θα γίνονταν σταφίδες.
Η Ελλάδα είχε το τέλειο κλίμα για την ανάπτυξη των σταφίδων και έγινε σύντομα μια από τις κύριες εμπορικές αγορές σταφίδας.

Κατά τον 11ο αιώνα, οι ιππότες των σταυροφοριών εισήγαγαν αρχικά τις σταφίδες στην Ευρώπη όταν επέστρεψαν από τη Μεσόγειο. Οι τεχνικές συσκευασίας και ναυτιλίας είχαν αναπτυχθεί αρκετά έως τότε ώστε οι σταφίδες να φθάσουν σε όλη τη βόρεια Ευρώπη.

Μέχρι το 14ο αιώνα οι σταφίδες αποτελούσαν ένα πολύ σημαντικό κομμάτι της Ευρωπαϊκής κουζίνας. Η τιμή τους εκτοξεύθηκε στα ύψη.
Οι Άγγλοι, οι Γάλλοι και οι Γερμανοί προσπάθησαν να καλλιεργήσουν σταφύλια που θα γίνονταν σταφίδες, αλλά τα κλίματα τους ήταν πάρα πολύ κρύα για την αποξήρανση των σταφυλιών.

Η εκτόξευση της καλλιεργείς της μαύρης σταφίδας ήρθε από ένα τυχαίο γεγονός, όταν τον 19ο αιώνα επήλθε καταστροφή των Γαλλικών αμπελώνων από την φυλλοξήρα, με αποτέλεσμα να μην έχουν τη δυνατότητα να παρασκευάσουν τα πολύτιμα γαλλικά κρασιά τούς, αυτό είχε σαν συνέπεια να στραφούν στην αποξηραμένη σταφίδα που με κατάλληλη επεξεργασία δίνει τους πολύτιμους χυμούς της.

Αυτό βέβαια δεν κράτησε για πάντα και μερικά χρόνια αργότερα όταν επανήλθαν οι Γαλλικοί αμπελώνες το 1880, έπαψε και η ζήτηση η μεγάλη, με αποτέλεσμα να πέσει η τιμή της δραματικά, και σε συνδυασμό με τις μεγάλες παραγωγές που προέκυψαν από τις αλόγιστες επεκτάσεις έφεραν την αγορά της σταφίδας σε μεγάλη ύφεση και τους σταφιδοπαραγωγούς σε πλήρη φτώχεια, πείνα και απόγνωση.

Η σταφίδα υπήρξε το πρώτο αξιόλογο εξαγώγιμο προϊόν του νεοσύστατου Ελληνικού κράτους δεδομένου ότι έφτασε να αντιπροσωπεύει το 50%-75% της αξίας του συνόλου των ευρωπαϊκών εξαγωγών, με τα έσοδα του κράτους στηρίζονταν κυρίως στη φορολογία επί της σταφίδας και τα δημόσια έργα
σταματούσαν ή προχωρούσαν ανάλογα με την παραγωγή της σταφίδας. 
Κατά το δεύτερο ήμισυ του 19ου αιώνα και κατά την αναδιάρθρωση του Ελληνικού Κράτους οι εξαγωγές σταφίδας αποτελούσαν το 80% του συνόλου των ελληνικών εξαγωγών. Δεν είναι υπερβολή αυτό που είχε πει ο Ξ. Ζολώτας, ότι η σταφίδα για την Ελλάδα ήταν «ό,τι και ο καφές για τη Βραζιλία».
Τότε ειπώθηκε «χρυσός της Ελλάδας» η σταφίδα.

Μάλιστα το αγροτικό αυτό προϊόν, που η αλήθεια είναι πως έχει δύσκολη καλλιέργεια και απαιτεί επίπονη εργασία, έχει εξυμνηθεί από ποιητές και τραγουδιστάδες, ένα μικρό κείμενο λέει τα εξής:

«Απ’ το τσαμπί σου κρέμεται, γλυκιά μου μαυρομάτα, το έθνος… 
Σένα θρέφουμε μονάκριβη ελπίδα,
χλωρή, όσο ξεραίνεσαι, συ κάνεις την πατρίδα,
είν’ από σένα τάλαρο τ’ αλώνια μας γεμάτα,
μικρή, γλυκομελάχρινη, κοπέλα μου σταφίδα»!

Οι σταφίδες μπορούν να καταναλωθούν ωμές η να χρησιμοποιηθούν στο μαγείρεμα και το ψήσιμο. Έρευνες έχουν δείξει ότι έχουν σημαντική θρεπτική αξία σε μια υγιεινή διατροφή. Δεδομένου ότι βρίσκονται στην κορυφή των αντιοξειδωτικών τροφών ασκούν θετική επίδραση στις καρδιακές παθήσεις, υποκινώντας τον οργανισμό να χρησιμοποιήσει την δική του χοληστερόλη, ενώ συνεισφέρουν και στην μείωση του κινδύνου του καρκίνου του ορθού.
Η ελληνική σταφίδα είναι μια πλούσια πηγή ιχνοστοιχείων και βιταμινών Α, B1, B2, B3, B6, αποτελώντας κατά συνέπεια ένα ακόμα μυστικό της ελληνικής διατροφής.

Μια μερίδα σταφίδες 40 γραμμαρίων, περιέχει συνήθως 28-32 γραμμάρια ζάχαρης, πολλή από την οποία είναι σε μορφή φρουκτόζης, και προσδίδει στον οργανισμό 110-140 θερμίδες. Επίσης, μια μερίδα σταφίδες περιέχει συνήθως 2 γραμμάρια ίνες, καθώς και πολύ μικρές ποσότητες πρωτεΐνης (συνήθως 1 γραμμάριο), νατρίου (συνήθως 10 χιλιοστόγραμμα περίπου), ασβεστίου και σιδήρου. Οι σταφίδες τέλος περιέχουν πολύ κάλιο, (310 χιλιοστόγραμμα), που αντιστοιχεί σε περίπου 9% της καθημερινής ανάγκης του ανθρώπινου οργανισμού.


1 σχόλιο:

Γράψε ΕΔΩ ελεύθερα την γνώμη σου